Η προσφυγή στο Ανώτατο Ακυρωτικό δικαστήριο, είχε γίνει από τα σωματεία εργαζομένων στην ΕΥΔΑΠ και είναι η δεύτερη φορά που το ΣτΕ υπεραμύνεται του δημόσιου αγαθού του νερού. Η πρώτη απόφαση είχε εκδοθεί το 2014 και ήταν εκείνη που ανέτρεψε την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης που εξέδωσε, κατά πλειοψηφία η Ολομέλεια ΣτΕ (19 προς 1 που μειοψήφησε) ο έλεγχος της ΕΥΔΑΠ από το ελληνικό δημόσιο είναι επιβεβλημένος όχι μόνο με την άσκηση εποπτείας μέσω εταιρείας που ελέγχει αλλά και απευθείας με τον έλεγχο του μετοχικού κεφαλαίου. Όπως αναφέρεται, «η ΕΕΣΥΠ είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου παρεμβαλλόμενο μεταξύ του Δημοσίου και της ΕΥΔΑΠ ΑΕ, επιδιώκει, προέχοντος, σκοπούς ταμειακούς και ταμιευτικούς, με τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας προσιδιάζοντα στην εξυπηρέτηση των σκοπών αυτών».
Στο άλλο μάλιστα σημείο, η απόφαση αναφέρει ότι τα κέρδη που αποφέρει η διαχείριση του χαρτοφυλακίου της ΕΕΣΥΠ διατίθενται, υποχρεωτικά, πρώτον κατά 50% ως μέρισμα στο ελληνικό δημόσιο για την περαιτέρω διάθεση τους προς απομείωση των οικονομικών-δανειακών υποχρεώσεων της χώρας και δεύτερο κατά το υπόλοιπο 50%, ως μέρισμα στο Ελληνικό Δημόσιο για την πραγματοποίηση επενδύσεων και εν μέρει στην ίδια την ΕΕΣΥΠ για την άσκηση της επενδυτικής της πολιτικής και την δημιουργία αποθεματικών.
Να σημειωθεί ότι το Δ Τμήμα του ΣτΕ με νεώτερη απόφαση (92/2022) που δημοσιεύθηκε στις 18 Γενάρη αποφαίνεται και κατά της ΚΥΑ τιμολόγησης νερού. Και πάλι λόγω της σοβαρότητας του θέματος, η υπόθεση είχε παραπεμφθεί για να εκδικαστεί σε να δίκη, στην μείζονα σύνθεση του ΣτΕ, στις 10 του ερχόμενου Μάη.
Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν μπορεί να τιμολογείται με αυστηρά οικονομικά κριτήρια και χωρίς εκτίμηση των κοινωνικών και περιβαλλοντικών αποτελεσμάτων.
Υπενθυμίζουμε.
Τον Μάιο του 2017, εκδόθηκε η ΚΥΑ τιμολόγησης νερού η οποία ουσιαστικά, λογιστικοποιεί τις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης ανοίγοντας την πόρτα σε ιδιώτες για την διαχείριση του νερού, ενώ εισάγει την «ανάκτηση κόστους» όπου οι πολίτες πλέον θα χρηματοδοτούν τις επενδύσεις του κάθε ιδιώτη εξασφαλίζοντας το σίγουρο κέρδος.
Τα δικαστήρια επικαλούνται την Ευρωπαϊκή Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ότι «το ύδωρ δεν είναι εμπορικό προϊόν όπως όλα τα άλλα, αλλά αποτελεί κληρονομιά που πρέπει να προστατεύεται και να τυγχάνει της κατάλληλης μεταχείρισης», καθώς και ότι «η ύδρευση συνιστά υπηρεσία κοινής ωφέλειας».